Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι η διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων (της γλυκόζης που προέρχεται από τις τροφές που τρώμε) που έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση του σακχάρου στο αίμα. Η κύρια αιτία είναι η μειωμένη έκκριση ινσουλίνης από το πάγκρεας ή η μειωμένη της δράση ή ο συνδυασμός και των δύο.
Υπάρχουν πολλοί τύποι σακχαρώδη διαβήτη, οι συχνότεροι των οποίων είναι οι εξής::
1– διαβήτη τύπου 1 όπου έχουμε αυτοάνοση καταστροφή των κυττάρων του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη 2– σε διαβήτη τύπου 2 όπου έχουμε μειωμένη παραγωγή ή δραστικότητα της ινσουλίνης ή και τα δύο 3– σε Διαβήτη κύησης όπου έχουμε την εμφάνιση του Διαβήτη στην διάρκεια του 2ου ή 3ου τριμήνου της εγκυμοσύνης.
Ο Θυρεοειδής αδένας είναι ενδοκρινής αδένας που βρίσκεται στον τράχηλο, μπροστά και εκατέρωθεν της τραχείας και έχει σχήμα πεταλούδας. Αποτελείται από 2 λοβούς (δεξιό και αριστερό) που συνδέονται με τον ισθμό και ενίοτε υπάρχει και ένας ακόμα λοβός που ονομάζεται πυραμοειδής. Η κύρια ορμόνη μεταξύ άλλων που παράγεται από τον θυρεοειδή μας είναι η θυροξίνη, η βασικότερη ορμόνη του μεταβολισμού μας. Η έλλειψη της (υποθυρεοειδισμός) προκαλεί έντονα συμπτώματα κόπωσης, αδυναμίας, ξαφνικές ταχυκαρδίες, δυσκοιλιότητα, ξηρότητα δέρματος, τριχόπτωση, αύξηση βάρους κ.α. Η υπερλειτουργία του θυρεοειδούς (υπερθυρεοειδισμός) αντίθετα προκαλεί απώλεια βάρους, έντονες και επικίνδυνες ταχυκαρδίες, ευερεθιστότητα και νευρικότητα και σε ορισμένες περιπτώσεις εξόφθαλμο. Υπάρχουν και άλλα νοσήματα του θυρεοειδούς, ιδιαίτερα συχνά πλέον και στον ελληνικό πληθυσμό όπως: η αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα HASHIMOTO, η πολυοζώδης βρογχοκήλη, το τοξικό αδένωμα και τέλος το πιο σύνηθες καρκίνωμα του θυρεοειδούς αδένα που είναι το θυλώδες καρκίνωμα.
Οστεοπόρωση είναι ενα νόσημα που χαρακτηρίζεται από μειωμένη οστική αντοχή, που οφείλεται σε μείωση της οστικής πυκνότητας και διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής των οστών, με αποτέλεσμα αυξημένη ευθραυστότητα και αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων.
Η οστεοπόρωση είναι ένα συχνό νόσημα με τεράστιες κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις. Περίπου 1 στις 3 γυναίκες ηλικίας άνω των 50 ετών και 1 στους 5 άνδρες θα πάθουν ένα οστεοπορωτικό κάταγμα.
Τα οστεοπορωτικά κάταγμα αποτελούν παγκοσμίως τη δεύτερη αιτία σωματικής ανικανότητας και θνητότητας.
Tο μεταβολικό σύνδρομο αποτελείται από τον συνδυασμό συσχετιζόμενων κλινικών και βιοχημικών ανωμαλιών όπου περιλαμβάνεται η κοιλιακή παχυσαρκία (δηλαδή η εναπόθεση του λίπους στην κοιλιά-παχυσαρκία αντρικού τύπου), με όριο τα 102 εκ. για τους άντρες και τα 88 εκ. για τις γυναίκες ως μέγιστη περίμετρο μέσης, αυξημένα τριγλυκερίδια (πάνω από 150 mg/dl), χαμηλή HDL (καλή χοληστερόλη) στους άντρες μικρότερη από 40 mg/dl και στις γυναίκες από 50 mg/dl, αυξημένη αρτηριακή πίεση (μεγαλύτερη από 130/85 mmHg) και σάκχαρο νηστείας μεγαλύτερο από 110 mg/dl (διαταραγμένος μεταβολισμός του σακχάρου).
Το σύνδρομο αυτό αναγνωρίστηκε ως ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγων για την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου.
Η δυσλιπιδαιμία είναι η παθολογική διαταραχή των λιπιδίων στο αίμα. Τα λιπίδια αποτελούνται από τα τριγλυκερίδια, τα οποία είναι η μορφή με την οποία τα λιπίδια αποθηκεύονται στο λιπώδη ιστό και χρησιμεύουν ως “καύσιμο”. Η δυσλιπιδαιμία μπορεί να είναι πρωτοπαθής ή δευτεροπαθής.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν η οικογενής υπερχοληστερολαιμία, η χυλομικροναιμία, η μεικτή υπερλιπιδαιμία, η οικογενής υπερτριγλυκεριδαιμία και η οικογενής μείωση της HDL.
Στη δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνονται διαταραχές του μεταβολισμού των λιπιδίων που οφείλονται σε άλλα νοσήματα ή φάρμακα, όπως παχυσαρκία, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και σακχαρώδης διαβήτης
Η εφηβεία είναι μια περίοδος έντονων ορμονικών αλλαγών τόσο για τα κορίτσια όσο και για τα αγόρια. Οι συχνότερες διαταραχές εμφανίζονται στα κορίτσια και συνήθως συνδέονται με διαταραχές εμμήνου ρύσεως (περιόδου) που μπορεί να περιλαμβάνουν αμηνόρροια ή συχνομηνόρροια, αυξημένη τριχοφυΐα, ακμή. Οι διαταραχές αυτές μπορεί να σχετίζονται με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και να συνοδεύονται από παθολογικές μεταβολικές καταστάσεις όπως η παχυσαρκία και η αντίσταση στην ινσουλίνη (υπερινσουλιναιμία). Εκτός όμως από το εν λόγω σύνδρομο το οποίο μπορεί να μην συνδέεται πάντοτε με πολυκυστικές ωοθήκες στο υπερηχογράφημα, υπάρχουν και άλλες ορμονικές διαταραχές που πρέπει να διερευνηθούν όπως είναι η υπερπρολακτιναιμία, η συγγενής υπερπλασία επινεφριδίων κ.α.
Η ενδοκρινολογία της εγκυμοσύνης περιλαμβάνει ενδοκρινικές και μεταβολικές αλλαγές που προκύπτουν από τις φυσιολογικές αλλαγές στην εμβρυοπλακουντιακή μονάδα που συνδέει τη μητέρα με το έμβρυο. Οι κύριες ορμονικές διαταραχές που πρέπει να ελεγχθούν ήδη από το πρώτο τρίμηνο της κύησης είναι ενδεχόμενη διαταραχή του θυρεοειδούς αδένα και η γλυκόζη αίματος που αν είναι φυσιολογική στο πρώτο τρίμηνο της κύησης θα επανεξεταστεί με καμπύλη γλυκόζης κατά την 24η- 28η εβδομάδα κύησης.
Η υπόφυση είναι ένας μεγάλης σημασίας ενδοκρινής αδένας, που βρίσκεται στη βάση του εγκεφάλου, πίσω από τη μύτη και στο ύψος των ματιών, σε μία περιοχή που λέγεται τουρκικό εφίππιο (εφίππιο = σέλλα αλόγου). Η περιοχή αυτή βρίσκεται κάτω από τα οπτικά νεύρα, πράγμα που εξηγεί τις οπτικές διαταραχές που εμφανίζονται σε ορισμένους ασθενείς με αδένωμα υπόφυσης. Ο ρόλος του είναι πολύ σημαντικός στην λειτουργία του οργανισμού καθώς αποτελείται από διαφορετικές ομάδες κυττάρων που παράγουν ορμόνες, όπως η προλακτίνη, η αυξητική ορμόνη, οι γοναδοτροπίνες κά.
Τα επινεφρίδια, είναι δύο μικροί ενδοκρινείς αδένες που εντοπίζονται ακριβώς πάνω από τους νεφρούς. Παρά το πολύ μικρό μέγεθός τους, παράγουν πολύ σημαντικές ορμόνες που είναι απαραίτητες για τη ζωή, όπως η κορτιζόλη, η αλδοστερόνη, η αδρεναλίνη και ανδρογόνα. Οι ορμόνες αυτές καθορίζουν την απάντηση του οργανισμού στο στρες, σωματικό από οποιαδήποτε ασθένεια ή ψυχολογικό, αλλά και ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεση, τον μεταβολισμό και πολλές άλλες λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος.
Οι παραθυρεοειδείς είναι τέσσερις αδένες του τραχήλου όπισθεν του θυρεοειδούς αδένα σε μέγεθος φακής που ρυθμίζουν τον μεταβολισμό του ασβεστίου στον οργανισμό. Ο υπερπαραθυρεοειδισμός χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κάποιου αδενώματος ή υπερπλασίας σε έναν ή περισσότερους παραθυρεοειδείς με αποτέλεσμα την υπερέκκριση Παραθορμόνης και την μεγάλη αύξηση του ασβεστίου στο αίμα. Οι κλινικές συνέπειες του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι η κόπωση και αδυναμία, η δημιουργία λίθων στους νεφρούς με συχνούς κολικούς, η δημιουργία ελκών στο στομάχι, η οστεοπόρωση κ.α.
Ο υποπαραθυρεοειδισμός που συχνότερα εμφανίζεται μετά από κάποια επέμβαση στον τράχηλο (πχ ολική θυρεοειδεκτομή) έχει σαν αποτέλεσμα την μειωμένη έκκριση Παραθορμόνης και τα μειωμένα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα με συνοδά συμπτώματα τους έντονους μυϊκούς και οστικούς πόνους που μπορεί να οδηγήσουν σε επικίνδυνες για τη ζωή καταστάσεις αν δεν προληφθούν άμεσα, όπως είναι η τετανία.
Η πρόωρη ή καθυστερημένη ανάπτυξη είναι φλέγον ζήτημα που απασχολεί ιδιαίτερα τους γονείς κατά την παιδική ηλικία. Τα πρώτα σημάδια έναρξης της προεφηβείας (αδρεναρχή) είναι η μυρωδιά στις μασχάλες, η τρίχωση των γεννητικών οργάνων και των μασχαλιαίων περιοχών, η θηλαρχή στα κορίτσια και η αύξηση του μεγέθους των όρχεων στα αγόρια. Η φυσιολογική ηλικία της προεφηβείας είναι γύρω στα 9-10 έτη στα κορίτσια και 10-11 έτη στα αγόρια, ποικίλει όμως γιατί εξαρτάται απο διάφορους παράγοντες όπως είναι η ύπαρξη παχυσαρκίας που επιταχύνει τους ρυθμούς έναρξης της εφηβείας, η έντονη φυσική δραστηριότητα(πρωταθλητισμός) που την αναστέλει, το κληρονομικό ιστορικό κ.α. Η ενωρίς έναρξη της εφηβείας υπονομεύει το τελικό ύψος του παιδιού και γι αυτό πρέπει να γίνει άμεσα ορμονικός έλεγχος ώστε να μπορέσει να ανασταλεί η εφηβεία αν και όποτε αυτό καταστεί απαραίτητο.
Η υποβιταμίνωση D3 και Β12 είναι ιδιαίτερα συχνή στις μέρες μας. Η βιταμίνη D3 παράγεται στο δέρμα υπό τη δράση της υπεριώδους ηλιακής ακτινοβολίας. Παρά το γεγονός ότι στη Ελλάδα η ηλιοφάνεια ξεπερνά τους 10 μήνες/κατ’έτος υπάρχει μεγάλη ανεπάρκεια και έλλειψη βιταμίνης d3. Η υποβιταμίνωση D3 δημιουργεί μυική αδυναμία, τριχόπτωση, ευθραυστότητα στα νύχια, οστεοπόρωση κ.α.
Η υποβιταμίνωση Β12 είναι συχνή στους χορτοφάγους, στους ηλικιωμένους αλλά και στους ασθενείς με αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα HASHIMOTO και οφείλεται σε μειωμένη απορρόφησή της από το στομάχι παρά την πρόσληψή της από τις τροφές. Αποτέλεσμα της υποβιταμίνωσης Β12 είναι η μεγαλοβλαστική αναιμία που συνοδεύεται με έντονη κόπωση και αδυναμία αλλά και πολλαπλά νευρολογικά συμπτώματα.